Advertisement
GOSSIP

Βλάσσης Μπονάτσος: Η αληθινή ιστορία του «Γαρύφαλλου», το απαγορευμένο βίντεο και το ξαφνικό τέλος στα 55 του

20:21
Newsroom

Ο Βλάσης Μπονάτσος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 30 Νοεμβρίου 1951. Η καταγωγή του ήταν από το Ξυλόκαστρο Κορινθίας.

Γράφει η Έπη Τρίμη

Advertisement

Ο πατέρας του ήταν δικαστικός και η μητέρα του καθηγήτρια πιάνου. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Τάκη Μπονάτσο ο οποίος γεννήθηκε το 1944. Ήταν ρόκερ, ηθοποιός και σόουμαν.

Advertisement

Τα πρώτα του καλλιτεχνικά βήματα τα έκανε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 με το μουσικό συγκρότημα Πελόμα Μποκιού, όπου είχε υπογράψει τη μεγάλη επιτυχία «Γαρύφαλλος».
Ο Γαρύφαλλος ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Ήταν ένας ηλικιωμένος 80άρης, ο οποίος ήταν πάντοτε καλοντυμένος. Πήγαινε συχνά στο Κολωνάκι και μοίραζε καραμέλες στα παιδιά. Επίσης, αποτελούσε γείτονα του Γιάννη Κιουρτσόγλου, ο οποίος ήταν ο δημιουργός του τραγουδιού.

Advertisement

Είχε αδυναμία στα αδέσποτα σκυλιά. Μπορούσε να είναι με κουστούμι καλεσμένος κάπου επίσημα και να σταματούσε στη μέση του δρόμου να μαζέψει ένα εγκαταλελειμμένο κουτάβι.

Λάτρευε την φιλοσοφία των παιδιών των λουλουδιών. Θεωρούσε πως μόνο κοντά στη φύση και στον έρωτα μπορείς να βρεις το πραγματικό νόημα της ζωής.

Advertisement

Είχε αδυναμία στην μητέρα του. Σε κάθε εκπομπή που παρουσίαζε, πάντα στην πρεμιέρα αναφερόταν σε εκείνη για να του φέρει γούρι.

Η αγαπημένη του ταινία είναι η «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος και το «Ψυχώ»

Αγαπημένος σκηνοθέτης ο Στάνλεϋ Κιούμπρικ και αγαπημένοι του μουσικοί οι Τζον Λένον και Μικ Τζάγκερ

Το 1991, κυκλοφόρησε τον δίσκο «Παραλήρημα». Το βασικό video clip του δίσκου είχε ως θέμα τους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο. Πρωταγωνιστούσαν άντρες και γυναίκες που εκδίδονταν στα αλήθεια. Το clip θεωρήθηκε hard core και αρχικά απαγορεύτηκε. Ο Μπονάτσος βγήκε ανοιχτά και υποστήριξε τους ανθρώπους και φωτογραφιζόταν μαζί τους στα στέκια τους.

Advertisement

Του άρεσε να τρώει ψάρια και μάλιστα προτιμούσε τα τηγανητά. Του θύμιζαν πολύ τα παιδικά του χρόνια στο Ξυλόκαστρο.

Προσωπική ζωή

Ο Βλάσης Μπονάτσος ήταν παντρεμένος με τη Μάρθα Κουτουμάνου, κόρη της Ζωής Λάσκαρη, και είχε μία κόρη, τη Ζένια.

Η εγγονή της Ζωής Λάσκαρη, που έχασε τον πατέρα της, Βλάσση Μπονάτσο σε ηλικία 7 χρονών, έχει μιλήσει πολλές φορές με θαυμασμό για τον ίδιο και δεν σταματά στιγμή να τον σκέφτεται.

Επαγγελματική ζωή

Σταθμός στη θεατρική πορεία του Βλάση Μπονάτσου ήταν η ερμηνεία του στο μιούζικαλ «Εβίτα», όπου στο πλευρό της τότε συντρόφου του Αλίκης Βουγιουκλάκη, υποδύθηκε τον Τσε Γκεβάρα.

Από τις μεγαλύτερες τηλεοπτικές του επιτυχίες ήταν «Οι Απαράδεκτοι», μαζί με τον Γιάννη Μπέζο, τον Σπύρο Παπαδόπουλο και τη Δήμητρα Παπαδοπούλου. Επίσης, ήταν ο πρώτος Έλληνας που παρουσίασε τηλεοπτικές φάρσες σε επώνυμους, ανοίγοντας το δρόμο σ’ ένα πολύ δημοφιλές είδος ψυχαγωγικής εκπομπής. Ασχολήθηκε, ακόμα, με τηλεπαιχνίδια και τηλεοπτικά σόου.

Βλάσσης Μπονάτσος: Ο αιώνιος έφηβος της ελληνικής ροκ

“Φοβερή περίπτωση», «φοβερό», «τρομερό», «πάρα πολύ ωραίο» είναι κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές ατάκες που χρησιμοποιούσε και έμειναν στην ιστορία, μετά τα ξημερώματα της 14ης Οκτωβρίου 2004 όταν ο Βλάσσης Μπονάτσος πέρασε στην αιωνιότητα. Εκείνο το φθινοπωρινό πρωινό, η είδηση του θανάτου του, κάνει το γύρο της χώρας, προκαλώντας θλίψη στους φανατικούς θαυμαστές του αλλά και τους συναδέλφους του. Ήταν μόλις 55 ετών. Η αιτία θανάτου, ήταν “αποφρακτική οιδηματώδης λαρυγγίτιδα”.

Όταν τα «έβαλε» με αστυνομικό στα 70’s

Στις αρχές της δεκαετίας του 70 και εν μέσω δικτατορίας ο «ασυμβίβαστος» Βλάσσης Μπονάτσος δεν δίστασε να τα βάλει ακόμα και με έναν αστυνομικό. Ο αστυνομικός πήγε σε μια συναυλία των Πελομα Μποκιού, με σκοπό να τη διακόψει. Ο Βλάσσης τότε του ζήτησε να τους επιτρέψει να πουν άλλα δύο τραγούδια για να μπορέσουν να πληρωθούν και να γλιτώσουν το ξύλο από τους πατεράδες τους. «Θα παίξουμε ακόμα και τον Εθνικό Ύμνο αν θέλετε», είπε στον αστυνομικό. Τελικά, η συναυλία κράτησε ακόμα 25 λεπτά.

Ο ρόλος του Τσε στην Εβίτα που τον απογείωσε

Στις αρχές της δεκαετίας του 80, ο Βλάσσης Μπονάτσος έχοντας καταξιωθεί στο ελληνικό μουσικό στερέωμα, κάνει στροφή στην καριέρα του και ξεκινάει τις εμφανίσεις του ως ηθοποιός. Περνάει από καστ στην Εβίτα, με πρωταγωνίστρια την Αλίκη Βουγιουκλάκη και παίρνει το ρόλο του Τσε Γκεβάρα ερμηνεύοντας τον με τεράστια επιτυχία.Την περίοδο 1983 -1984 θα ανεβάσουν μαζί στο θέατρο την παράσταση «Βίκτωρ – Βικτώρια» Ανάμεσα στον Βλάσση Μπονάτσο και την Αλίκη Βουγιουκλάκη θα γεννηθεί ένας παθιασμένος έρωτας που αποτυπώθηκε ακόμα και σε εξώφυλλο του περιοδικού «Ταχυδρόμος». Έμειναν μαζί για έξι χρόνια.

Το τηλεοπτικό φαινόμενο “Απαράδεκτοι”

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 90 και η ιδιωτική τηλεόραση κάνει τα πρώτα της βήματα. Το Mega την τηλεοπτική σεζόν 1991-1992 θα προβάλλει την τηλεοπτική σειρά «Απαράδεκτοι». Ο Βλάσσης Μπονάτσος ήταν ένας εκ των πρωταγωνιστών. Το υπόλοιπο καστ συμπλήρωναν ο Γιάννης Μπέζος, ο Σπύρος Παπαδόπουλος, η Δήμητρα Παπαδοπούλου, η Ρένια Λουιζίδου και ο Βασίλης Χαλακατεβάκης. Οι Απαράδεκτοι ακόμα και σήμερα θεωρούνται ως μια από τις κορυφαίες κωμικές σειρές της ιδιωτικής τηλεόρασης, ενώ τα βιντεάκια με αποσπάσματα της σειράς που βρίσκονται στο youtube, έχουν εκατοντάδες χιλιάδες views. Μετά τη συμμετοχή τους στους Απαράδεκτους θα συμμετάσχει στον «Αστερισμό της Γραβάτας» στον ΑΝΤ1, όπου ερμήνευσε και το τραγούδι των τίτλων αρχής. Τα επόμενα χρόνια θα παρουσιάσει πολλά τηλεπαιχνίδια και τηλεοπτικές εκπομπές όπως «Με το κλειδί στο χέρι», τις «Κόντρες», το «Βλας Μπακ», το «Άλλα Κόλπα», το «Με φόρα» και το «Πάμε για άλλα».

Το τέλος του Βλάση Μπονάτσου στις 14 Οκτωβρίου 2004

Η Ζένια Μπονάτσου είχε πει για τον θάνατο του πατέρα της: “Θυμάμαι τη μέρα που έφυγε από τη ζωή. Έγιναν όλα μπροστά μου. Τρεις το βράδυ, για κάποιο λόγο είχα ξυπνήσει, η μάνα μου ήταν κρυωμένη και ο μπαμπάς μου έφτιαχνε χαμομήλι και σφύριζε. Για κάποιο λόγο, εκεί που με πείραζε και μου τραγουδούσε, κάτι με πιάνει και φεύγω και πάω στο δωμάτιο της μαμάς μου και της λέω «μαμά, ο μπαμπάς δεν είναι καλά, θα πεθάνει». Δεν είχε συμβεί κάτι. Αφού φέρνει το χαμομήλι και είμαστε στο κρεβάτι, αρχίζει να μην μπορεί να αναπνεύσει και φωνάζει «Μάρθα, Μάρθα». Δεν ανέπνεε, κουτούλαγε από τοίχο σε τοίχο, λιποθύμησε έξω από το δωμάτιό μου… Εγώ προσπαθούσα να του δώσω το φιλί της ζωής, ό,τι μπορούσα. Ήμουν επτά χρονών, η μάνα μου πήρε να έρθει ασθενοφόρο. Ο πατέρας μου είχε κληρονομικό αγγειοοίδημα, το οποίο έχω κληρονομήσει”.“Συνειδητοποίησα ότι ο πατέρας μου δεν ζει όταν τον είδα στο ψυγείο νεκρό και τελευταία φορά όταν τον είδα στην κηδεία”.

 

TAGS:
Advertisement