agios-pa-sios-i-mana-tha-menei-akoma-kai-nistiki-gia-na-ta-sei-ta-paidia-tis-39485
17:55

Άγιος Παΐσιος: «Η μανά θα μένει ακόμα και νηστική για να ταΐσει τα παιδιά της»

17:55
Newsroom

Σε λίγες μέρες κι εν μέσω μιας πανδημίας που μας έχει κάνει να επανεκτιμήσουμε τη σχέση μας με τους ανθρώπους που αγαπάμε και μας αγαπούν, ο κόσμος γιορτάζει τον ιερό θεσμό της μητέρας. Μοιάζει, λοιπόν, σήμερα να είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να θυμηθούμε ότι απ’ τη μητέρα ξεκινά η ζωή η ίδια και πώς η μητρότητα μεταμορφώνει μια γυναίκα στο πιο δοτικό, συμπονετικό και προστατευτικό πλάσμα της φύσης.

Όταν μια γυναίκα γίνεται μάνα, αμέσως τη ζωή της ορίζουν δύο ζωογόνες σταθερές: η θυσία και η αγάπη. Ακριβώς όπως το περιγράφει και ο Άγιος Παΐσιος με τα απλά, μα γλυκύτατα και σοφά του λόγια.

Advertisement

Όταν μια γυναίκα γίνεται μάνα, αμέσως τη ζωή της ορίζουν δύο ζωογόνες σταθερές: η θυσία και η αγάπη. Ακριβώς όπως το περιγράφει και ο Άγιος Παΐσιος με τα απλά, μα γλυκύτατα και σοφά του λόγια.

Advertisement

Άγιος Παΐσιος: Μια μάνα μένει νηστικιά για να ταΐσει τα παιδιά της!

«Δεν φθάνει να αγαπάει κανείς τον άλλον. Πρέπει να τον αγαπάει περισσότερο από τον εαυτό του. Η μάνα αγαπάει τα παιδιά της περισσότερο από τον εαυτό της.

Advertisement

Μένει νηστικιά, για να ταΐσει τα παιδιά της, αλλά νιώθει μεγαλύτερη ευχαρίστηση από εκείνα. Τα παιδάκια τρέφονται υλικά και η μητέρα πνευματικά. Εκείνα έχουν την υλική γεύση, ενώ αυτή έχει την πνευματική αγαλλίαση.

Μια κοπέλα, πριν παντρευτεί, μπορεί να κοιμάται μέχρι τις δέκα το πρωί και να θέλει και το γάλα της να το ετοιμάζει η μάνα της. Βαριέται να κάνει καμιά δουλειά. Τα θέλει όλα έτοιμα. Θέλει όλοι να την περιποιούνται.

Απαιτήσεις από την μάνα, απαιτήσεις από τον πατέρα, και εκείνη να έχει το χουζούρι της. Ενώ υπάρχει στην φύση της η αγάπη, δεν αναπτύσσεται, γιατί συνέχεια δέχεται βοήθεια και ευλογίες από την μάνα της, από τον πατέρα της, από τα αδέλφια της.

Advertisement

Από την στιγμή όμως που γίνεται μάνα, μοιάζει με το μηχανάκι που, όσο ζορίζεται, τόσο φορτίζεται, γιατί δουλεύει συνέχεια η αγάπη.

Πρώτα σιχαινόταν, όταν άγγιζε κάτι βρώμικο και έπαιρνε μοσχοσάπουνα για να πλυθεί. Ύστερα, όταν λερώνεται το παιδάκι και πρέπει να το καθαρίσει, λες και πιάνει… μαρμελάδες! Δεν σιχαίνεται.

Πρώτα, αν την ξυπνούσες, φώναζε, γιατί την ενόχλησες. Ύστερα, όταν κλαίει το παιδί, όλη νύχτα ξενυχτάει και δεν δυσκολεύεται. Το φροντίζει και χαίρεται. Γιατί; Γιατί παύει να είναι παιδί.

Έγινε μάνα και ήρθε η θυσία, η αγάπη. Η μητέρα μάλιστα φθάνει να έχει περισσότερη αγάπη και θυσία από τον πατέρα, γιατί στον πατέρα δεν δίνονται πολλές ευκαιρίες, για να θυσιάζεται.

Advertisement

Βασανίζεται, κοπιάζει περισσότερο με τα παιδιά, αλλά παράλληλα φορτίζεται από τα παιδιά. Δίνει, δίνει και γι’ αυτό συνέχεια παίρνει. Ο πατέρας ούτε βασανίζεται τόσο πολύ με τα παιδιά, αλλά ούτε φορτίζεται, για αυτό η αγάπη του δεν είναι όση της μητέρας.

Πόσες μητέρες έρχονται με κλάματα και με παρακαλούν: “Κάνε προσευχή, Πάτερ, για το παιδί μου”. Τι αγωνία έχουν! Λίγοι άνδρες μου λένε: “Κάνε προσευχή, παραστράτησε το παιδί μου”.

Να, και σήμερα μια μητέρα με τι λαχτάρα η φουκαριάρα έσπρωχνε τα παιδιά της – οκτώ είχε – και τα έβαζε στην σειρά, για να πάρουν όλα ευλογία. Ένας πατέρας δύσκολα θα το έκανε αυτό.

Η πατρική αγκαλιά όταν δεν έχει Χάρη Θεού, είναι ξερή. Ενώ η μητρική αγκαλιά, ακόμη και όταν δεν έχει Θεό, έχει γάλα. Το παιδί αγαπά τον πατέρα του και τον σέβεται, αλλά με την στοργή και την τρυφερότητα της μητέρας αυξάνει πιο πολύ η αγάπη του και προς τον πατέρα.»

Ποιος ήταν ο Άγιος Παΐσιος

Ο Άγιος Παΐσιος o Αγιορείτης (κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, 25 Ιουλίου 1924 – 12 Ιουλίου 1994) ήταν Έλληνας μοναχός του 20ού αιώνα που έγινε ευρέως γνωστός για τον βίο και το έργο του. Η κατάταξή του ως αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας πραγματοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Ιανουαρίου 2015 ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του στις 12 Ιουλίου. Το 2017 ανακηρύχθηκε προστάτης άγιος του στρατιωτικού όπλου των Διαβιβάσεων, με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Παιδική ηλικία

Γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου του 1924 στα Φάρασα της Καππαδοκίας και ήταν γιος του Προδρόμου και της Ευλαμπίας Εζνεπίδη. Είχε άλλα οκτώ αδέλφια, ενώ ο πατέρας του ήταν πρόεδρος του χωριού. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, βαφτίστηκε από τον ιερέα της ενορίας Αρσένιο, τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνώρισε ως άγιο το 1988. Ο Αρσένιος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.

Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, λόγω της ανταλλαγής πληθυσμών, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά. Στη συνέχεια μετέβη στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο, για ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα, όπου ολοκλήρωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».

Ο Άγιος Παΐσιος στο Άγιο Όρος

Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος και έμεινε στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Ιβήρων. Την εποχή εκείνη ήταν υποτακτικός του Ρώσου μοναχού Τύχωνα, που ασκήτευε στο Σταυρονικητιανό κελλί του Τιμίου Σταυρού μέχρι το θάνατό του το 1968, μετά τον οποίο, ακολουθώντας την επιθυμία του Τύχωνα, έμεινε στο κελί του για έντεκα χρόνια. Τον ίδιο χρόνο, συμβούλεψε έναν από τους κοντινότερους μαθητές του, το Βασίλειο Γοντικάκη να γίνει ηγούμενος για να βοηθήσει την ανακατασκευή της Μονής Σταυρονικήτα, που ήταν σημαντικό βήμα για την αναβίωση του μοναχισμού στον Άθω.Ο Γέροντας Παΐσιος ευλαβείτο πολύ το γέροντά του, Τύχωνα, και πάντα μιλούσε με συγκίνηση γι’ αυτόν.

Tο 1966 ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου της Θεσσαλονίκης. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου. Μετά μεταφέρθηκε στη Μονή Σταυρονικήτα όπου βοήθησε σημαντικά σε χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού.

Το τέλος της ζωής του

Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω βρογχεκτασιών. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης ισχυρών αντιβιοτικών ο γέροντας έπαθε ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά προβλήματα. Κάποια στιγμή, ενώ εργαζόταν στην πρέσα που είχε στο κελί του, έπαθε βουβωνοκήλη. Αρνήθηκε να νοσηλευτεί και υπέμεινε καρτερικά την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη Σουρωτή, γνωστοί του γιατροί τον μετέφεραν στο Θεαγένειο νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, όπου και χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε τη σκληρή ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση της υγείας του.

Μετά το 1993 παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Το Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά από το Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες μέρες και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση αιτήματός του προς το Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 χειρουργήθηκε.

Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Τελικά απεβίωσε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 και ώρα 11:00 και ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην Εορτή του, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.